Τα χείλη σου με ευλάβεια φιλώ
και πίνω τις λέξεις τους
σαν νάμα.
Μεθώ κι αφήνομαι
στο πλάι του λαιμού σου.
Λίγο πιο κάτω
– εκεί στο λακκάκι –
τα δάχτυλα ακουμπώ,
στην ταπεινή τούτη του πάθους λίμνη,
που πάλλεται στο άγγιγμα μου.
Στο στήθος σου
του έρωτα ναό
στέκω και προσκυνώ,
μετρώντας τους χτύπους έναν – έναν.
Κι εκείνο το ιερό φιλί
γυρνώ ξανά
να μεταλάβω.