Άνοιξα τα μάτια μου και σε είδα. Νωχελικά, είχες αγκαλιά το μαξιλάρι σου και μοιραζόσουν μαζί του τα όνειρά σου. «Άραγε να βρίσκομαι κάπου εκεί ανάμεσα ή οι έγνοιες της καθημερινότητας να με έχουν εκτοπίσει;» με καλημέρισε μια σκέψη.
Χαϊδεύω το πλάι του πρόσωπο σου, σαν να θέλω να βάλω όλη μου την αγάπη σ’ ένα μόνο άγγιγμα. Ξυπνάς και με κοιτάς με ένα νυσταγμένο χαμόγελο που ψιθυρίζει «καλημέρα αγάπη μου» χωρίς καν να μιλήσεις. Ανοίγεις αμέσως τα χέρια σου να με πάρεις αγκαλιά για να μοιραστούμε αυτές τις λίγες στιγμές που χωρίζουν τα όνειρα της νύχτας από την πραγματικότητα της ημέρας. Δεν αναρωτιέμαι πια αν υπάρχω στα όνειρά σου. Είμαι μέρος της ζωής σου κι αυτό μου φτάνει. «Όταν μπορείς να ζεις τ’ όνειρό σου, τι να τα κάνεις τα όνειρα;» σκέφτομαι και χαμογελώ.
Κάπου εκεί, ανάμεσα στις πρώτες σκέψεις που έβαλαν τα γρανάζια του μυαλού σε λειτουργία, πήρα μια απόφαση. Ν’ αφιερώσω τη μέρα σε σένα. Διακριτικά, σε παρατήρησα καθώς ντύθηκες, κάνοντας όλες αυτές τις μικρές καθημερινές κινήσεις.
«Πώς γίνεται να είμαι ερωτευμένη με το πώς φοράει τη μπλούζα του;» απόρησα.
«Μα στα μικρά δε φωλιάζει ο έρωτας; Εκεί γεννιέται και σιγά σιγά απαιτεί διακαώς να κατοικήσει στα μεγάλα» μου ήρθε μια απάντηση από την καρδιά.
«Πες το ψέματα!» απάντησα ασυναίσθητα.
Αργότερα, σε κοιτώ ενώ πίνεις, σχεδόν βιαστικά, τον καφέ σου. Βλέπω τις σκέψεις να περνούν αστραπιαία από το μυαλό σου και να καθρεφτίζονται στην έκφραση σου που μένει σταθερά προβληματισμένη. Σου πιάνω το χέρι και μ’ ένα χαμόγελο σου δίνω όση δύναμη μπορώ για να τα βγάλεις πέρα. Πρέπει να φύγεις. Μ’ αποχαιρετάς μ’ ένα φιλί κι απομακρύνεσαι.
Όσο λείπεις κάνω όμορφες σκέψεις. Θυμάμαι όσα έχουμε μοιραστεί όλα μας τα χρόνια μαζί. Διακοπές, ρομαντικές στιγμές, τις πρώτες μας φορές σε διάφορες κοινές εμπειρίες, δυσκολίες που ξεπεράσαμε ενωμένοι, τη γέννηση του παιδιού μας και όσα ακόμα ονειρευόμαστε να ζήσουμε μαζί. Πού και πού χαμογελώ και προσπαθώ να σου στείλω την αγάπη που αντλώ από τις αναμνήσεις, ευχόμενη να τη λαμβάνεις. Σε νιώθω κοντά μου κι ας λείπεις. Όσο λυπηρή είναι μια άδεια παρουσία δίπλα σου, τόση πληρότητα σου δίνει η εν απουσία παρουσία.
Το απόγευμα επιστρέφεις. Σε ρωτάω πώς πήγε η μέρα σου.
«Χάλια…» μου απαντάς.
Πριν βιαστώ να ενδιαφερθώ για τα περαιτέρω, με διακόπτεις.
«Να σου πω κάτι περίεργο όμως σήμερα; Εκεί που πήγαινα να νευριάσω με κάτι, ν’ απογοητεύω ή ν’ αφήσω έστω την κούραση να με καταβάλει, σαν κάτι να ένιωθα που με συνέφερε. Μια μικρή ανάσα που χρειαζόμουν εκείνη τη στιγμή, έτσι ξαφνικά να με αναζωογονεί. Περίεργο!».
Χαμογέλασα. Δε μίλησα. Δεν είχε νόημα να σου εξηγήσω. Είχες λάβει την αγάπη μου κι αυτό είχε σημασία.
«Πώς ταξιδεύει η αγάπη;» σκέφτηκα με μια πληρότητα να με γαληνεύει.
Έβαλα φωνή στη σκέψη μου και σε ρώτησα. Σου φάνηκε παράξενο που δε συνέχισα τη συζήτηση με κάποιο σχόλιο. Όμως, όπως πάντα, έσπευσες να ενδιαφερθείς και να με συντροφεύσεις στη νέα μου αυτή αναζήτηση.
«Πώς ταξιδεύει η αγάπη!» επανέλαβες. «Πολύ καλή ερώτηση! Φαντάσου πως η αγάπη είναι σαν το φως. Υπάρχει παντού. Κι ο άνθρωπος έχει μια κεραία μέσα του που λαμβάνει και εκπέμπει αντίστοιχα τα σήματα της μέσα από αυτήν. Ε, τι λες;» με ρώτησες με ενθουσιασμό.
«Να φανταστώ πως αυτή η κεραία είναι η καρδιά;».
«Δεν ξέρω! Μάλλον. Δηλαδή ναι. Η καρδιά πρέπει να είναι!».
Το βλέμμα σου ταξίδευε. Ήταν φανερό πως σου άρεσε. Πάντα απολάμβανες τις συζητήσεις μας, όσο κουρασμένος κι αν ήσουν. Πάντα πρόθυμος. Τότε είδα τον έρωτα να αιωρείται από τα μικρά στα μεγάλα. Εκεί που συναντά την αγάπη. Είναι εκείνα τα στοιχεία του ανθρώπου που έχεις απέναντι σου, που τον κάνουν μοναδικό στα μάτια σου. Αυτά που σου ταιριάζουν σαν δεύτερη φύση. Ο έρωτας, σαν μικρός αδιάκριτος ντετέκτιβ, έχει αναλάβει να τ’ ανακαλύψει. Παρουσιάζει, έπειτα, μια λεπτομερή έκθεση της έρευνας του στην καρδιά κι εκείνη αυτόματα ανοίγει τις κεραίες της για να εκπέμψει και να λάβει αγάπη.
Σου ανέλυσα τη θεωρία μου και συνεχίσαμε να συζητάμε συνεπαρμένοι μέχρι τα μεσάνυχτα. Νυσταγμένοι πια, ξαπλώσαμε στο κρεβάτι. Άνοιξες πάλι την αγκαλιά σου και μ’ άφησες να βολευτώ στη «θέση» μου. Όταν σε κοίταξα, είχες κλείσει τα μάτια, μα το χαμόγελο, διάπλατο ακόμα στα χείλη σου, φανέρωνε την ευτυχία σου.
Μ’ αυτήν την αγαπημένη εικόνα, έκλεισα κι εγώ τα μάτια μου. Δε με απασχολούσε τι όνειρα θα δω. Τ’ όνειρο μου με κρατούσε κι ήταν στο πλάι μου. Η αγάπη είχε ταξιδέψει γι’ άλλη μια μέρα εκεί που ο έρωτας της έδειξε πως χωρά. Στα μεγάλα, μα τόσο απλά.