Αγάπη μου,
Μεγάλωσες…έφτασες κιόλας στο κατώφλι της εφηβείας και τα γενέθλιά σου ήρθαν ν’ ανοίξουν διάπλατα την πόρτα σ’ αυτόν τον νέο για σένα κόσμο. Όσο κι αν μου φαίνεται σαν χθες, η παιδική σου ηλικία σε λίγο θα περάσει στον κόσμο των αναμνήσεων. Θα γίνει το παρελθόν που έχτισε τις βάσεις του ανθρώπου στον οποίο εξελίσσεσαι. Θέλω να ξέρεις, μικρή μου, πως σ’ αυτό το χτίσιμο συμμετείχα με τα χέρια γυμνά και την καρδιά μου ολόκληρη. Τώρα που θα κληθείς να αντιμετωπίζεις όλο και πιο ωμά την αλήθεια αυτού του κόσμου, αυτή τη γύμνια θέλω να σου εξηγήσω.
Πολλές φορές με είδες να δακρύζω. «Γιατί κλαις μαμά;» με ρωτούσες κάθε φορά κι εγώ σκάλιζα την καρδιά μου για να σου δώσω μια εξήγηση με όση ειλικρίνεια μπορούσε ν’ αντέξει το μυαλουδάκι σου. Το σκάλισμα γινόταν βάλσαμο για τον πόνο μου, γιατί προσπαθώντας να σου εξηγήσω με απλά λόγια, το μεγαλείο της ουσίας της ζωής απλωνόταν μπροστά μου. Έλυνα το πρόβλημα μ’ εσένα αγκαλιά, χωρίς να καταλάβεις πόσο με είχες βοηθήσει ν’ απογυμνωθώ από τις έγνοιες μ ’ένα μόνο «γιατί».
Μα κι η χαρά χρειάζεται γύμνια, καρδιά μου! Θυμήσου πόσες φορές ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια και παρακαλούσαμε η μία την άλλη να σταματήσει, γιατί η κοιλιά μας δεν άντεχε άλλες συσπάσεις! Μα η ψυχή μας άνοιγε αχόρταγα και καλωσόριζε με λαχτάρα τη θέρμη του γέλιου μας για να τη φωτίσει. Σ’ ευχαριστώ γι’ αυτό το δώρο ζωής που μου χάριζες κάθε φορά, αφήνοντας την ελπίδα μου να ξαποστάσει στη χαρά του γέλιου σου.
Είχαμε και συννεφιασμένες μέρες. Εκείνες που θύμωνα μαζί σου κι ύψωνα τον τόνο της φωνής μου, απαιτώντας από σένα την κατανόηση που η ίδια χρωστούσα στον εαυτό μου. Δεν έφταιγες εσύ, ψυχή μου. Πότε δεν έφταιγες εσύ. Εκείνο το παραπονεμένο βλέμμα σου με άγγιζε σαν ηλεκτροφόρο χάδι που επανέφερε στη ζωή τη νεκρωμένη από κούραση καρδιά μου. Σ ‘έπαιρνα στην αγκαλιά μου να σου ζητήσω συγγνώμη και να σου εξηγήσω τι συνέβη, για να ηρεμήσω την καρδούλα σου και να σου δείξω πως δεν πειράζει αν λυγίσεις. Αρκεί να επανέρχεσαι. Να νιώσεις πως όταν υπάρχει αγάπη και διάλογος όλα μπορούν να λυθούν.
Ακόμα κι όταν μου θύμωνες εσύ, σε πλησίαζα αργά, επιστρατεύοντας την ωριμότητα και ταπεινώνοντας τον ενήλικο εγωισμό που θα μπορούσε να επιβληθεί στην αθωότητα του θυμού σου. Διδασκόμουν και σε δίδασκα. Αυτό είναι το μεγαλύτερο δώρο της αγάπης.
Τις πιο έντονες μέρες, όταν η βροχή ερχόταν στα μάτια σου κι η συννεφιά στην καρδιά σου, τα χέρια μου άνοιγαν για να χωθείς στην αγκαλιά μου. Εκεί που απορροφούσα τον πόνο σου με κάθε κύτταρο μου, για να σου απομείνει μονάχα η γλύκα του διδάγματος.
Συγχωρέσε με αν σου είπα «Σ ’αγαπώ» τόσες φορές που να το θεωρήσεις δεδομένο, να το συνηθίσεις ή να κουραστείς. Όταν μεγαλώσεις, θα καταλάβεις πως απλά σε πότιζα με αγάπη για ν’ ανθίσεις. Γιατί για μένα αυτό θα είσαι πάντα. Το πιο όμορφο λουλούδι που υπήρξε ποτέ.
Και να ‘σαι τώρα που ν’ αρχίζεις ν’ ανοίγεις δειλά τα πέταλα σου. Πόση συγκίνηση γεμίζουν τα μάτια μου, να ‘ξερες! Τώρα που αφήνεις πίσω το κορίτσι κι ανακαλύπτεις τη γυναίκα. Χωρίς φόβο. Με αυτοπεποίθηση και σιγουριά. Αυτές έχτισα με τη γύμνια των συναισθημάτων που σε άφησα να δεις, στο βαθμό που άντεχες πάντα. Την αφοβία ν ’αντιμετωπίζεις τον εαυτό σου. Ό,τι κι αν νιώθεις. Να χρησιμοποιείς ακόμα και τις ενοχές σου σαν μάθημα για να χτίζεις την αυτογνωσία σου.
Ίσως να μη με καταλαβαίνεις. Όμως κράτα αυτά που διαβάζεις. Μα και να μην τα κρατήσεις, έχω εμπιστοσύνη πως τα έχεις ήδη μέσα σου κι η ζωή θα σου τα αποκαλύψει με τον δικό της τρόπο.
Σ ’αγαπώ κι είμαι υπερήφανη όχι μόνο γι’ αυτά που έχεις καταφέρει ή θα καταφέρεις στη ζωή σου, μα γι’ αυτό που είσαι. Για τον άνθρωπο που έχω την ευλογία να βλέπω μπροστά στα μάτια μου και μέσα στα χέρια μου να μεγαλώνει.
Έχω τόσα πολλά που θα ήθελα να σου πω. Όμως δε θα γίνω ποτέ προφήτης του τι πρόκειται ν’ αντιμετωπίσεις. Θα είσαι ελεύθερη να τα ζήσεις από τη δική σου σκοπιά. Ούτε θα σου δώσω υποσχέσεις που η ζωή δε θα με αφήσει να τηρήσω. Δε θα είμαι δίπλα σου για πάντα. Μα γι’ αυτό ακριβώς πάλεψα μ’ όλες μου τις δυνάμεις να σε βοηθήσω να κρατήσεις μία και μόνη υπόσχεση προς τον εαυτό σου. Πως θα έχεις αγάπη μέσα σου για πάντα. Μέσα σ’ αυτήν την αγάπη θα ζω κι εγώ, όπου κι αν βρίσκομαι. Αυτό μπορώ να στο υποσχεθώ.
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία για μια μάνα, από το να γνωρίζει πως ο σπόρος που φύτεψε στην ψυχή του παιδιού της είναι σπόρος αγάπης. Μη φοβηθείς, λοιπόν, ποτέ τη γύμνια της ψυχής σου, ματάκια μου. Γιατί όταν ο άνθρωπος ξεκινά γυμνός και καθαρός, όσο τραχύ κι αν γίνει το ταξίδι του, μόνο ευοίωνος είναι ο προορισμός του.
Χρονιά καλά, αγάπη μου!